Πέμπτη 23 Φεβρουαρίου 2012

ΑΓΑΝΑΚΤΗΣΗ ΝΑΙ, ΑΛΛΑ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΠΟΙΑΝΟΥ;


Το να διαφωνεί κανείς με τα πολύ σκληρά μέτρα πολιτικής που επιβάλει το ελληνικό πολιτικό σύστημα στον λαό το καταλαβαίνω και θεωρώ οτι είναι απολύτως λογικό και αναγκαίο. Καταλαβαίνω απόλυτα την αγανάκτηση κατά των μέτρων και της άδικης ληστρικής, φορομπηχτικής και καταστροφικής πολιτικής που ακολουθεί η κυβέρνηση για να πετύχει ένα στόχο που θα μπορούσε να τον πετύχει με άλλα δίκαια και εξυγιαντικά μέτρα.

 Δεν καταλαβαίνω όμως πώς μπορεί κανείς να κρίνει ώς αρνητική τη συμφωνία που πετύχαμε με τους πιστωτές μας για τη ρύθμιση του χρέους μας και την αναχρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας. Νομίζω οτι αυτό που συμβαίνει είναι οτι παρασυρόμαστε απο τις αντιμνημονιακές κραυγές χωρίς να γνωρίζουμε τους όρους της συμφωνίας. Τι λέει αυτή η συμφωνία;

Οτι το χρέος μας μειώνεται (κουρεύεται) κατά 53,5% δηλαδή κατά 107 δις. Αυτά τα λεφτά που είναι το μισό ελληνικό ΑΕΠ τα χάνουν οι ομολογιούχοι που είχαν εμπιστευτεί την Ελλάδα και είχαν αγοράσει ελληνικά ομόλογα. Τα υπόλοιπα που τους χρωστάμε τα μετατρέπουμε σε ομόλογα 30 ετών και 20 ετών με ιδιαιτέρως χαμηλά επιτόκια. Για την ακρίβεια τα μετατρέπουμε σε ομόλογα  30 ετών με μέσο επιτόκιο 3,65%, το οποίο όμως θα περιορίζεται σε 2,63% για τα οκτώ πρώτα χρόνια μέχρι το 2020. Θα ξεκινά απο 2% για την περίοδο απο το φετινό Φεβρουάριο του 2015 , θα αυξάνεται σε 3% ώς τον Φεβρουάριο του 2020 και σε 4,3% ώς τον Φεβρουάριο του 2042. Επειδή γίνεται αυτή η ρύθμιση μειώνονται οι ανάγκες αναχρηματοδότησης της ελληνικής οικονομίας κατά 150 δις ευρώ. Δηλαδή θα χρειαστούμε 150 δις ευρώ λιγότερα δάνεια για να αποπληρώσουμε το ήδη υπάρχον χρέος μας.
Αυτή η συμφωνία δεν έχει ξαναγίνει ποτέ παγκοσμίως μεταξύ μιας χώρας και των δανειστών της. Πιστεύω οτι δεν έχει γίνει ποτέ ούτε μεταξύ μιας τράπεζας και μιας επιχείρησης ή ενός ιδιώτη δανειολήπτη. Είναι μια εξαιρετικά ευνοική – μπορεί να χαρακτηρισθεί και χαριστική συμφωνία- και αυτό μπορεί να το καταλάβει ο καθένας.
Τι λένε οι επικριτές της συμφωνίας; Δυο πράγματα:
Πρώτον οτι θα μπορούσαμε αυτοβούλως και χωρίς να ρωτήσουμε τους πιστωτές μας να χρεοκοπήσουμε και να διαγράψουμε μόνοι μας το 100% του χρέους μας, εφόσον αυτό υπαγόταν στο ελληνικό δίκαιο. Αληθές; Αληθές.
Δεύτερον οτι ούτε με αυτή τη χαριστική συμφωνία το ελληνικό χρέος δεν γίενται βιώσιμο, δηλαδή δεν πέφτει σε επίπεδο 120% του ΑΕΠ (ποσοστό στο οποίο θεωρείται ανεκτό ένα χρέος απο την Ευρωπαική Ένωση) το 2020. Σωστό; Ίσως ναι, ίσως όχι.
Ας δούμε αναλυτικότερα τις δυο ενστάσεις όσων διαφωνούν με τη συμφωνία:
Όσον αφορά στο πρώτο σκέλος, πράγματι η Ελλάδα θα μπορούσε να ανακοινώσει πτώχευση και να μην πληρώσει το χρέος της. Σε αυτή την περίπτωση θα έπρεπε ασφαλώς να περιμένουμε διακοπή των διπλωματικών μας σχέσεων με όλες τις πιστώτριες χώρες και ασφαλώς διεθνές ρεζιλίκι άνευ προηγουμένου. Η διεθνής κοινότητα θα θεωρούσε τελείως αφερέγγυα την Ελλάδα και ουδείς θα ήταν διατεθειμένος να της δανείσει ούτε ένα ευρώ. Οι κάνουλες χρηματοδότησης απο τις αγορές θα έκλειναν – άγνωστο για πόσα χρόνια – όπως έχουν κλείσει και τώρα, αλλά τώρα υπάρχει η χρηματοδότηση απο την τρόικα ενώ τότε δεν θα υπήρχε καμία χρηματοδότηση. Η Ελλάδα θα αναγκαζόταν να φύγει απο το Ευρώ και να πάει σε ένα δικό της νόμισμα για να πληρώνει τις εγχώριες συναλλαγές. Το νόμισμα αυτό (η νέα δραχμή) δεν θα γινόταν δεκτό σε καμία διεθνή συναλλαγή και θα έπρεπε να αναζητήσουμε δανεικά σε σκληρό νόμισμα δηλαδή ευρώ ή δολάριο για να εισάγουμε απο το εξωτερικό βασικά προιόντα όπως πετρέλαιο, φάρμακα και τρόφιμα. Φυσικά ούτε λόγος για εισαγωγές αυτοκινήτων, τηλεοράσεων, στερεοφωνικών, κομπιούτερς κλπ. Εφόσον είχαμε πτωχεύσει εκβιαστικά, αγνοώντας την ηθική των διεθνών συναλλαγών, κανείς δεν θα μας δάνειζε  αυτά τα λεφτά για τις εισαγωγές μας. Εφόσον το νέο νόμισμα μας δεν θα είχε διεθνή αγοραστική δύναμη, θα υπέφερε απο συνεχείς υποτιμήσεις. Η αγοραστική αξία των δραχμών που θα εισπράταμε ώς μισθούς, θα μειωνόταν διαρκώς και θα εμφανιζόταν υπερπληθωρισμός. Η φτώχεια θα βασίλευε στη χώρα και οι μισθοί θα ήταν στην καλύτερη περίπτωση μισθοί Βουλγαρίας ( αγοραστικής αξίας 150 -300 ευρώ).
Παράλληλα θα είχαμε χάσει τους Ευρωπαίους απο συμμάχους και ενδεχομένως θα αναγκαζόμασταν να αποχωρήσουμε όχι μόνο απο το ευρώ αλλά και απο την ΕΕ με ότι αυτό σημαίνει για τις στρατιωτικές και γεωπολιτικές μας συμμαχίες. Θα αναγκαζόμασταν να αναζητήσουμε συμμαχίες (με άγνωστους όρους) με τους Αμερικανούς ή με τους Ρώσους και θα περιμέναμε σχέδια Μάρσαλ (αν μας τα προσέφεραν) για να επιβιώσουμε.
Είναι λοιπόν όλο αυτό το ενδεχόμενο μια περιπέτεια - ενδιαφέρουσα ίσως για κάποιους ημίθεους αλλά σίγουρα όχι για ολόκληρο τον ελληνικό λαό, - που δεν ξέρουμε που θα μας έβγαζε.
Όσον αφορά στο δεύτερο επιχείρημα οτι με αυτή τη συμφωνία τα χρέος δεν γίνεται βιώσιμο το 2020, δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι. Πράγματι, με βάση τα μοντέλα προσομοίωσης που λαμβάνουν υπόψη τους τα σημερινά δεδομένα, ο στόχος αυτός δεν επιτυγχάνεται.
Όμως υπάχουν δυο ενστάσεις:
Πρώτον οτι δεν πειράζει ακόμη και αν δεν επιτευχθεί, διότι τότε μπορεί να γίνουν άλλες ρυθμίσεις εφόσον παραμένουμε στην Ευρωπαική Ένωση και εφόσον η απόκλιση που σήμερα προκύπτει για το 2020 είναι της τάξεως του 3-5%, δηλαδή μικρή.
Δεύτερον οτι ενδέχεται και να επιτευχθεί ο στόχος του 120% το 2020 αν συμβούν τα εξής: Πρώτον αν η ελληνική οικονομία καταφέρει να πετύχει ρυθμούς ανάπτυξης απο το 2013 ή το 2014 ή ακόμη και το 2015 και μετά και δεύτερον αν αλλάξουν μερικά πράγματα στην Ε.Ε.
Και τα δυο είναι πιθανά. Το δεύτερο μάλιστα, είναι σχεδόν βέβαιο οτι θα συμβεί, διότι η σκέψη για Ευρωομόλογο και χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής στην Ευρώπη έχει ωριμάσει. Η έκδοση Ευρωομολόγου είναι πολύ πιθανή μέσα στο 2014 και η ανάγκη για εξεύρεση γενικών λύσεων – και όχι ειδικών όπως στην περίπτωση της Ελλάδας – είναι πλέον αποδεκτή απο όλους τους Ευρωπαίους.
Κατά τη γνώμη μου, το βασικό ζητούμενο αυτή την εποχή είναι η παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ ώστε να ενταχθούμε, μόλις υπάρξουν, στις λύσεις που θα βρεί φέτος ή του χρόνου ή ΕΕ για όλα τα μέλη της. Αυτή η παραμονή έχει ένα κόστος (μικρότερο απο το όφελος) που είναι η μείωση του βιοτικού μας επιπέδου μέχρις ότου επιτύχουμε την μείωση των ελλειμμάτων μας και την επίτευξη πλεονασμάτων.
Το πόσο αυτό το κόστος θα επηρεάσει τις ζωές μας και κυρίως τις ζωές των πιο αδύναμων εισοδηματικά ομάδων του πληθυσμού, εξαρτάται απο την πολιτική που θα ακολουθήσουν οι ελληνικές κυβερνήσεις απο εδώ και πέρα. Αν το πολιτικό σύστημα συνεχίσει να δουλεύει υπερ των κομματικών ημέτερων θα επιβαρύνει το σύνολο του πληθυσμού με υπέρογκους και άδικους φόρους και με μείωση μισθων και συντάξεων προκειμένου να μειώσει το έλλειμμα. Δυστυχώς αυτό κάνει μέχρι σήμερα. Και με αυτό δικαίως όλοι αγανακτούμε.
Αν αντί για αυτό, ασχοληθεί σοβαρά με την μείωση της σπατάλης, της διαφθοράς και της γραφειοκρατίας στο δημόσιο, πολύ γρήγορα θα είναι σε θέση να μειώσει τους φόρους και να αποκαταστήσει τις αδικίες στα εισοδήματα. Αν παράλληλα ο ιδιωτικός τομέας καταφέρει να αυξήσει την διεθνή του ανταγωνιστικότητα και να πετύχει αύξηση των εισροών απο το εξωτερικό με εξαγωγές και με αύξηση των τουριστικών εσόδων, η ρευστότητα στην αγορά θα αποκατασταθεί. Και αν δείξουμε μια στοιχειώδη συνέπεια στις υποχρεώσεις μας και καταφέρουμε να μειώσουμε το έλλειμμα και να περιορίσουμε το κόστος της γραφειοκρατίας και τη διαφθορά του δημοσίου, θα υπάρξουν εισροές και απο ξένες επενδύσεις – αλλά και ελληνικές επενδύσεις – που θα ανατρέψουν προς όφελος μας το σκηνικό της χώρας σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα.
Είναι καθαρά θέμα δικό μας. Η διαφωνία λοιπόν και η αγανάκτηση εναντίον των πιστωτών και του Μνημονίου, δεν είναι δικαιολογημένη. Αντίθετα η αγανάκτηση έναντι του τρόπου με τον οποίο προσπαθεί η ελληνική κυβέρνηση να μειώσει το έλλειμμα και να ικανοποιήσει τους όρους του μνημονίου, είναι απολύτως δικαιολογημένη και πρέπει να ενταθεί. Να είμαστε λοιπόν αγανακτισμένοι, αλλά έναντι του αληθινού εχθρού του λαού, δηλαδή εναντίον του ανίκανου και διεφθαρμένου εγχώριου πολιτικού συστήματος.
ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου