Δευτέρα 4 Απριλίου 2011

ΤΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΚΟΣΤΟΣ, ΚΥΡΙΟΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ ΣΤΗΝ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗ ΤΗΣ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ ΤΟΥ ΧΡΕΟΥΣ


Πριν από μερικούς μήνες, όταν το ζήτημα της χρεοκοπίας του Ελληνικού Κράτους ήταν και πάλι ένα αρκετά πιθανό ενδεχόμενο, σε άρθρο που είχαμε δημοσιεύσει στις 7-6-2010 με τίτλο “Οι συνέπειες και τα κόστη σε περίπτωση χρεοκοπίας Κράτους”, αναφέραμε ότι, “σε περίπτωση χρεοκοπίας εν΄ςο κράτους, λόγω της  πρακτικής, αλλά και των νόμων περί της ασυλίας των κυρίαρχων κρατών, σε νομικό επίπεδο, ο δανειστής ενός κράτους, στην ουσία δεν έχει κανένα νομικό δικαίωμα έναντι του κράτους και κανένα τρόπο για να διεκδικήσει αποζημίωση από το κράτος αυτό”.

Παράλληλα, επισημαίναμε ότι, παρά το ότι η χρεοκοπία ενός κράτους δεν έχει άμεσες νομικές συνέπειες, εν τούτοις, έχει άμεσες και έμμεσες οικονομικές συνέπειες, οι οποίες κατατάσσονται ως εξής: 
α) Κόστος στη φήμη του κράτους (συμμετοχή και όροι συμμετοχής του κράτους στις διεθνείς αγορές κεφαλαίου στο μέλλον)
β) Κόστος στις εμπορικές σχέσεις του κράτους
γ) Εσωτερικό κόστος (βλάβη στην εσωτερική οικονομία και στο τραπεζικό σύστημα του κράτους)
δ) Πολιτικό κόστος

Στο παρόν άρθρο, θέλουμε να ασχοληθούμε με το στοιχείο (δ), δηλαδή, το πολιτικό κόστος στην περίπτωση χρεοκοπίας ενός Κράτους. Και μέσα από την αναφορά των γεγονότων που προηγήθηκαν, αλλά και την αξιολόγηση της σημερινής κατάστασης, να δούμε το εάν και πώς, ο παράγοντας του πολιτικού κόστους, επιδρά στις αποφάσεις της σημερινής πολιτικής ηγεσίας της Ελλάδας, αλλά και ποιές συνέπειες έχουν οι αποφάσεις αυτές για την οικονομία της χώρας.

Κατά τη διάρκεια του 2010, η Ελληνική Κυβέρνηση κατέβαλε αξιόλογες προσπάθειες για να αποφευχθεί η χρεοκοπία της χώρας, αλλά και να συνεχισθεί παράλληλα η κανονική λειτουργία του Κράτους, αφού τυχόν κατάρρευσή του, θα είχε ως αποτέλεσμα εξαιρετικά αρνητικές συνέπειες για την ελληνική κοινωνία και την οικονομία.

Στα πλαίσια των προσπαθειών για την εξεύρεση λύσης στο δημοσιονομικό πρόβλημα της χώρας, ο Πρωθυπουργός κ. Γιώργος Παπανδρέου, σε συνεργασία με το στενό οικονομικό του επιτελείο,συνέβαλαν στην κινητοποίηση και την ενεργοποίηση των εταίρων της χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. 
Πρέπει να ομολογηθεί ότι, οι προσπάθειες αυτές έγιναν μέσα σε ένα αρχικά πολύ αρνητικό κλίμα για τη χώρα μας, κλίμα που είχε διαμορφωθεί λόγω της εξαπάτησης που επί σειρά ετών, οι προηγούμενες κυβερνήσεις, επιχειρούσαν προς τις στατιστικές υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και το διεθνές επενδυτικό κοινό.

Οι προσπάθειες του Έλληνα Πρωθυπουργού ήταν επιτυχείς. Και μάλιστα, κατόρθωσαν να συμβάλουν στη δημιουργία ενός ευρύτερου ευρωπαϊκού μηχανισμού για την αντιμετώπιση του προβλήματος που ήδη εξαπλώνονταν σε πολλά κράτη της ευρωπαϊκής περιφέρειας.
Στο εσωτερικό της χώρας, οι προσπάθειες της Κυβέρνησης βασίστηκαν σε ένα πλέγμα πολύ σκληρών μέτρων περιστολής, τα οποία οδήγησαν την ελληνική κοινωνία σε μία πολύ δύσκολη φάση και την ελληνική οικονομία σε ύφεση.

Βεβαίως, τα μέτρα που επί μήνες τώρα λαμβάνονται, είτε σε επίπεδο αμοιβών, είτε σε επίπεδο αναμόρφωσης των σχέσεων λειτουργίας της ελληνικής οικονομίας, έχουν έναν περισσότερο μακροχρόνιο ορίζοντα και στόχο τον εκσυγχρονισμό και τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, αφού η χαμηλή ανταγωνιστικότητά της, είναι το κύριο αίτιο για τη διαμόρφωση του σημερινού προβλήματος.

Πρέπει παράλληλα να σημειωθεί ότι, οι προσπάθειες της Κυβέρνησης, έγιναν με τη σχετική ανοχή ενός μεγάλου μέρους της ελληνικής κοινωνίας και -δυστυχώς- με την αντίθεση του μεγαλύτερου μέρους της αντιπολίτευσης, αλλά και την υπονόμευση από μεγάλες ομάδες της συμπολίτευσης. 
Και όταν μεν η πολιτική αντίθεση προκύπτει με βάση τις ιδεολογικές αντιλήψεις ενός κόμματος, τότε αυτή θα μπορούσε να είναι κατανοητή, αν και πάλι κάποιος θα μπορούσε να προβάλει τους λόγους “επείγοντος εθνικού συμφέροντος” που λογικά έπρεπε να οδηγήσουν σε συναίνεση.
Αλλά, όταν η πολιτική αντίθεση βασίζεται σε λόγους απόλυτου μικροκομματικού συμφέροντος και οδηγεί σε θέσεις οι οποίες αντιστρατεύονται ακόμη και την παραδοσιακή ιδεολογία ενός κόμματος (!), τότε η αντίθεση αυτή είναι άμεσα κατακριτέα και κολάσιμη. Πολύ δε περισσότερο, όταν το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης που σήμερα αντιτίθεται σε κάθε προσπάθεια ανόρθωσης της οικονομίας, φέρει πολύ μεγάλο μέρος της ευθύνης για τη σημερινή κατάντια, τότε η στάση αυτή είναι πολιτικά και ηθικά αχαρακτήριστη. 

Το έργο της τιθάσευσης του δημοσιονομικού ελλείμματος και της διαχείρισης του χρέους, ήταν από την αρχή πολύ δύσκολο και οι πιθανότητες επιτυχίας του, ήταν ελάχιστες. Σε διάφορα άρθρα μας επισημάναμε τις απαραίτητες και τις “εκ των ων ουκ άνευ” συνθήκες υπό τις οποίες θα μπορούσε η χώρα να αποφύγει τη χρεοκοπία (δείτε σχετικό άρθρο της 16-2-2011).

Καλόπιστα και δίδοντας χρόνο στην Κυβέρνηση και την τρόικα να εφαρμόσουν το πρόγραμμά τους,δεχθήκαμε ότι υπάρχουν κάποιες πιθανότητες επιτυχίας. Όμως, τα διογκούμενα αρνητικά αποτελέσματα και οι συνεχείς διαψεύσεις και αναθεωρήσεις, σε συνδυασμό με την εμφανέστατη κούραση, αλλά και άρνηση συμμετοχής στον “αγώνα” μεγάλου μέρους της ίδιας της Κυβέρνησης, μας πείθουν σήμερα ότι η προσπάθεια αποφυγής της χρεοκοπίας είναι μάταιη.

Και αυτό θα πρέπει, με το πρέπον θάρρος και για το καλό της χώρας, να το παραδεχθεί σήμερα και η ίδια η Κυβέρνηση. Και να προχωρήσει τις διαδικασίες.
Εκτός εάν ο κ. Παπανδρέου και ο κ. Παπακωνσταντίνου  γνωρίζουν κάτι περισσότερο, το οποίο δε γνωρίζουμε εμείς. Όμως, πολύ φοβούμαστε ότι, αυτό το “περισσότερο” που ίσως γνωρίζουν ο Πρωθυπουργός και ο Υπουργός του επί των Οικονομικών, είναι μάλλον προς το χειρότερο, παρά προς το καλύτερο.

Επιστρέφοντας στο άρθρο που είχαμε δημοσιεύσει πέρυσι, αντιγράφουμε το τμήμα εκείνο το οποίο αναφέρονταν στις “πολιτικές” συνέπειες που συνήθως έχει η υπαγωγή μίας χώρας σε καθεστώς χρεοκοπίας:

Το πολιτικό κόστος μίας χρεοκοπίας: 
Συχνά, οι πολιτικοί και οι γραφειοκρατικοί παράγοντες μίας χώρας, αναβάλλουν διαρκώς και καθυστερούν τη λήψη μίας απόφασης που είναι εξόφθαλμα απαραίτητη ή και ακόμη αναπόφευκτη.
Ιστορίες από τη Νέα Υόρκη, αναφέρουν ότι στις αρχές της δεκαετίες του 2000, οι τραπεζίτες της Wall Street χρειάσθηκε να καταβάλουν πολύμηνες προσπάθειες για να πείσουν τους πολιτικούς της Αργεντινής να πάρουν την απόφαση της χρεοκοπίας της χώρας.

Γιατί όμως παρατηρείται αυτή η απροθυμία; Ακριβώς επειδή η ιστορία έχει δείξει ότι ένα από τα αποτελέσματα μίας χρεοκοπίας είναι η κατάρρευση της Κυβέρνησης της χώρας που χρεοκοπεί και η -συχνά για πάντα- απομάκρυνση από το προσκήνιο των πολιτικών και των αξιωματούχων εκείνων που είτε προκάλεσαν, είτε ενεπλάκησαν στις διαδικασίες της χρεοκοπίας. Σε μελέτες που έχουν γίνει, καταγράφεται ότι σε 19 περιπτώσεις χρεοκοπιών μεταξύ του 1980 και του 2003, το κυβερνών κόμμα, μετά τη χρεοκοπία έχασε τις εκλογές στις 18 περιπτώσεις. Επίσης, κατά μέσο όρο (εξετάσθηκαν 22 περιπτώσεις κατά την ίδια περίοδο), το κόμμα που βρισκόταν στην εξουσία κατά την φάση της χρεοκοπίας, στις εκλογές που ακολούθησαν, έχασε 16% της εκλογικής δύναμης (με βάση το σύνολο του εκλογικού σώματος), σε σχέση με τις προηγούμενες εκλογές.

Η μελέτη “The Costs of Sovereign Default” των Eduardo Borensztein και Ugo Panizza, εξετάζει μία προς μία τις περιπτώσεις χρεοκοπίας των προηγούμενων δεκαετιών και αποδεικνύει ότι όντως, μετά τη χρεοκοπία μίας χώρας, οι μεν Κυβερνήσεις συνήθως χάνουν την εξουσία, ενώ ένα μεγάλος μέρος των πολιτικών πέφτει στην αφάνεια.
Όμως, το υψηλό πολιτικό κόστος έχει δύο επιπτώσεις:

α) Η θετική επίπτωση έχει να κάνει με το ότι, το υψηλό πολιτικό κόστος δύσκολα θα οδηγούσε μία Κυβέρνηση σε μία χρεοκοπία που θα μπορούσε να αποφευχθεί και έτσι, η χώρα προσπαθεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της και να διατηρήσει το χρέος σε ένα ανεκτό επίπεδο.
Κατά την άποψή μας, αυτή είναι η περίπτωση των μέχρι σήμερα προσπαθειών της (από την ανάληψη της διακυβέρνησης τον Οκτώβριο του 2009 έως και το Μάρτιο του 2011) Κυβέρνησης. Λόγω του υψηλού πολιτικού κόστους της χρεοκοπίας, η Κυβέρνηση προσπάθησε όσο μπορούσε να την αποφύγει. Όμως, είτε η κατάσταση ήταν από την αρχή μη διαχειρίσιμη, είτε κάπου έγιναν πολύ σημαντικά λάθη (και είναι βέβαιο ότι έγιναν λάθη) και τελικά η προσπάθεια απέτυχε.

β) Η αρνητική επίπτωση έχει να κάνει με το ότι συχνά οι πολιτικοί προχωρούν στην ανάληψη μεγάλου οικονομικού και εθνικού ρίσκου, με στόχο να αποφύγουν τη χρεοκοπία και απώτερο στόχο να σώσουν τη Κυβέρνησή τους και τη θέση τους. Όμως, μία τέτοια πρακτική μπορεί τελικά να προκαλέσει τεράστια βλάβη σε μία χώρα, στην περίπτωση που το "ρίσκο" που αναλαμβάνεται τελικά καταλήξει σε αρνητική τροχιά. Η καθυστέρηση μίας χρεοκοπίας μπορεί να έχει πολύ μεγάλες και αρνητικές επιδράσεις για τρεις λόγους:
i) Δοκιμάζονται μη εφαρμόσιμα ή μη βιώσιμα μέτρα λιτότητας, τα οποία είναι μεν ανεπαρκή να αποτρέψουν τη χρεοκοπία, ενώ από την άλλη πλευρά προκαλούν σημαντική συρρίκνωση στην παραγωγή και στο σύνολο της οικονομίας, ενώ παράλληλα υποσκάπτουν σημαντικά την ψυχολογία του λαού.
ii) Καθυστέρηση μίας χρεοκοπίας για μεγάλο χρονικό διάστημα αυξάνει την αβεβαιότητα και οδηγεί σε υψηλά επίπεδα τα επιτόκια, κατά τη διάρκεια της προσπάθειας της χώρας να αποφύγει τη χρεοκοπία. Αυτό μπορεί να έχει εξαιρετικά αρνητικές επιδράσεις στις επενδύσεις και να προκαλέσει μεγάλες ζημιές στους ισολογισμούς των τραπεζών, ακόμη και πριν από την επίσημη χρεοκοπία.
iii) Η καθυστέρηση στη λήψη της απόφασης για τη χρεοκοπία μπορεί να έχει άμεσες αρνητικές συνέπειες στον χρηματοοικονομικό τομέα της οικονομίας, αφού οι φήμες που -λογικά- αναπτύσσονται και κυκλοφορούν προκαλούν κύματα αναλήψεων από τις τράπεζες και μεταφορά κεφαλαίων στο εξωτερικό.

Η αυριανή ανακοίνωση που σύμφωνα με όλες τις εκτιμήσεις θα αναφέρεται σε νέο εκτροχιασμό του ελλείμματος για το 2010, αποδεικνύει ότι, παρά τη μεγάλη προσπάθεια της Κυβέρνησης και τα μέτρα που ελήφθησαν, η κατάσταση του χρέους έχει ξεφύγει και δε μπορεί πλέον να διαχειριστεί.

Κάθε εμμονή σε αντιλήψεις τις οποίες δεν πιστεύει πλέον κανείς στις αγορές, αλλά οι οποίες διατηρούνται τόσο λόγω προσπαθειών αποφυγής του πολιτικού κόστους, είτε λόγω δεσμεύσεων που έχουν αναληφθεί σε τρίτους φορείς (και τις οποίες ενδεχόμενα δε γνωρίζουμε) μπορεί να αποβεί εξαιρετικά αρνητική για την οικονομία.

Παράλληλα, καθώς -όπως όλοι γνωρίζουμε- με κάθε δόση που λαμβάνουμε από την τρόικα, αυτόματα μειώνεται ισόποσα το μη εγγυημένο χρέος το οποίο μπορεί να αναδιαρθρωθεί, σημαίνει ότι, όσο καθυστερεί η χώρα τη διαδικασία αναδιάρθρωσης, τόσο μεγαλύτερη βλάβη υφίσταται. Για παράδειγμα, εάν η επόμενη δόση της τρόικας είναι ύψους 10 δισεκ. ευρώ, και εάν υποτεθεί ότι το “κούρεμα” των ελληνικών ομολόγων θα είναι κατά μέσο όρο (αφού θα υπάρξουν διάφορες περιπτώσεις “κουρέματος”) 25%, τότε σημαίνει ότι η χώρα χάνει 2,5 δισεκ. ευρώ από τη μείωση του χρέους της.

Η σημερινή αβεβαιότητα δε μπορεί να συνεχίσει να πλανιέται για πολύ ακόμη. Παραλύει και νεκρώνει την οικονομία και τη διάθεση να αγωνισθεί κάποιος για να αναπτυχθεί, ή ακόμη και να επιβιώσει.

Η χώρα θα πρέπει να οδηγηθεί σε “καλόπιστες διαπραγματεύσεις με τους δανειστές του για να εξασφαλίσει την άμεση συμμετοχή τους στην αποκατάσταση της βιωσιμότητας του χρέους”, όπως αναφέρεται και στη σελίδα 31 των συμπερασμάτων της Συνόδου Κορυφής της 25-3-2011

Η κοινωνία είναι πλέον έτοιμη να δεχθεί αυτή τη λύση. Η οποία τελικά μπορεί να αποδειχθεί λιγότερο οδυνηρή απ’ ότι αρχικά είχε εκτιμηθεί. Και θα είναι λιγότερο οδυνηρή, αφού μετά από προσπάθειες μηνών, η Ευρωπαϊκή Ένωση (με τη σημαντικότατη συμβολή του Έλληνα Πρωθυπουργού), δημιούργησε επιτέλους έναν μηχανισμό ο οποίος μπορεί να δώσει καλύτερες λύσεις στα προβλήματα χωρών και κυρίως, να εξασφαλίσει τη χρηματοδότηση και την επιβίωσή τους, μετά από την έναρξη των διαδικασιών αναδιάρθρωσης.

Από την άλλη πλευρά και οι αγορές είναι έτοιμες να δεχθούν μία τέτοια λύση. Άλλωστε, την περιμένουν και την προκαλούν επί μήνες. Και ο καθένας, είχε την ευκαιρία να δει το πρόβλημα και να σταθμίσει τις θέσεις του.

Άλλωστε, τόσον ο Πρωθυπουργός, όσο και ο κ. Παπακωνσταντίνου, θα πρέπει να γνωρίζουν (ή θα έπρεπε τόσο καιρό να το έχουν μάθει καλά) ότι κανένας δε μπορεί να νικήσει ούτε τις αγορές, αλλά ούτε και την σκληρή αλήθεια των αριθμών.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου